Συνέντευξη με τη Dr. Susan Howard, συγγραφέα του “Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεία & Συμβουλευτική: Εγχειρίδιο Ανάπτυξης Δεξιοτήτων” 5 Ιανουαρίου, 2021 – Δημοσιεύτηκε σε: Συνεντεύξεις

Έχουμε τη μεγάλη χαρά και τιμή να σας παρουσιάσουμε τη συνέντευξη που παραχώρησε η Dr. Susan Howard στο PsychololyBooks σχετικά με το βιβλίο της “Skills in Psychodynamic Counselling & Psychotherapy”, το οποίο εκδόθηκε και κυκλοφορεί στα ελληνικά με τον τίτλο “Ψυχοδυναμική Ψυχοθεραπεία & Συμβουλευτική: Εγχειρίδιο Ανάπτυξης Δεξιοτήτων” από τις Εκδόσεις Κάθεξις. Ακολουθεί η συνέντευξη.


PsychologyBooks: Καλησπέρα σας Dr. Howard και σας ευχαριστούμε πολύ που βρήκατε τον χρόνο να μας παραχωρήσετε αυτή τη συνέντευξη.
Susan Howard: Εγώ σας ευχαριστώ για την πρόσκληση. Χαίρομαι ιδιαιτέρως που το βιβλίο μου εκδόθηκε στα ελληνικά. Η Ελλάδα είναι μια χώρα που αγαπάω και έχω μέσα στην καρδιά μου για πολλούς και ποικίλους λόγους.

P.B.: Θα θέλαμε να μας πείτε λίγα λόγια για το βιβλίο σας “Skills in Psychodynamic Counselling & Psychotherapy”, το οποίο έχει εκδοθεί από τον υψηλού κύρους οίκο Sage Publishing. Ποιοι είναι οι κύριοι άξονες σκέψης του βιβλίου αυτού;
S.H.: Το βιβλίο μου αποτελεί μια εισαγωγή για τους νέους θεραπευτές στην πρακτική της ψυχοθεραπείας και προσφέρει τα βασικά στοιχεία που χρειάζεται να γνωρίζει ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας που ακολουθεί τη ψυχοδυναμική προσέγγιση, και όχι τόσο άλλες προσεγγίσεις (πχ CBT). Ενώ γράφω αρκετά για το πώς μπορούν να τελεστούν οι ψυχοδυναμικές παρεμβάσεις, δεν ήθελα να γράψω ένα «βιβλίο μαγειρικής» με έτοιμες «συνταγές» για το πώς διεξάγεται η θεραπεία. Θα έλεγα πως μάλλον ήθελα να βοηθήσω τους αναγνώστες να σκεφτούν γιατί οι ψυχοδυναμικοί ψυχοθεραπευτές δρουμε και παρεμβαίνουμε με ορισμένους τρόπους -τι διαμορφώνει τη σκέψη μας και γιατί κάνουμε αυτό που κάνουμε. Η ψυχοδυναμική εκπαίδευση περιλαμβάνει τρεις διαφορετικούς άξονες -σχεδόν ισοδύναμης σημασίας: την προσωπική θεραπεία, την εποπτεία και τη μάθηση της θεωρίας, η οποία αποτελεί το υπόβαθρο της πρακτικής. Προσπαθώ να συνδέσω αυτούς τους άξονες και να βοηθήσω τους αναγνώστες να καταλάβουν ότι η ψυχοδυναμική πρακτική συνδυάζει το διανοητικό μαζί με το βιωματικό, τη θεωρία και την πρακτική.

P.B.: Ποιο ήταν το κίνητρό σας για να γράψετε το συγκεκριμένο βιβλίο;
S.H.: Καθ’ όλη τη διάρκεια της καριέρας μου με ενδιέφερε να βρω προσιτούς τρόπους ώστε να μοιραστώ τις γνώσεις μου με τους φοιτητές μου, τους συναδέλφους με παρόμοιο θεωρητικό υπόβαθρο και το ευρύ κοινό. Έχω γράψει άρθρα σε περιοδικά, έχω διοργανώσει εργαστήρια (workshops) και έχω διδάξει σε πολλά διαφορετικά ακροατήρια. Όταν έγραψα την πρώτη έκδοση αυτού του βιβλίου, εργαζόμουν ήδη για μερικά χρόνια στο πρόγραμμα PsychD Clin του Πανεπιστημίου του Surrey, διδάσκοντας τους εκπαιδευόμενους της Κλινικής Ψυχολογίας πώς να χρησιμοποιούν την ψυχαναλυτική σκέψη και πώς να αναπτύξουν βασικές ψυχοδυναμικές δεξιότητες. Με γοήτευσε η διαδικασία σταδιακής εξοικείωσης ενός ψυχοθεραπευτή με την ψυχοδυναμική θεωρία και απόκτησης, τελικώς, της δικής του προσέγγισης στην ψυχοδυναμική πρακτική. Αυτό το βιβλίο ήταν μια ευκαιρία να γράψω για μερικές από τις σκέψεις που στηρίζουν την προσέγγισή μου σε αυτή τη θεώρηση και, ως εκ τούτου, το κοινό που αρχικά είχα στο μυαλό μου ήταν οι εκπαιδευόμενοι. Ένα άλλο σημαντικό κίνητρο ήταν να γράψω για τη σύγχρονη φροϊδική θεωρία και την αποτελεσματικότητά της ως θεραπεία με προσιτό τρόπο, προκειμένου να καταρριφθούν κάποιες από τις προκαταλήψεις αναφορικά με το πόσο κατάλληλη παραμένει ακόμα και σήμερα.

P.B.: Υπάρχει όντως διαφορά μεταξύ ψυχοδυναμικής και ψυχαναλυτικής θεραπείας;
S.H.: Και ναι και όχι. Ας μιλήσουμε πρώτα για τη θεωρία. Παρόλο που όλες οι δυναμικές θεραπείες προέρχονται από το πρώιμο έργο του Φρόιντ, ορισμένοι θεωρητικοί απέκλιναν επαρκώς από τη σκέψη του ώστε να δημιουργήσουν τις δικές τους σχολές. Ο Jung ήταν ένα παράδειγμα. Ο όρος «ψυχοδυναμική» είναι ένας γενικός όρος που καλύπτει όλες τις σχολές δυναμικής σκέψης, συμπεριλαμβανομένης της φροϊδικής. Αυτό σημαίνει ότι όταν συμβουλεύεται έναν ψυχοδυναμικό επαγγελματία, ο πελάτης θα πρέπει να εξακριβώσει σε ποια θεωρία (και επομένως πρακτική) έχει αφοσιωθεί ο θεραπευτής. Εάν ένας θεραπευτής περιγράφει τον εαυτό του ως «ψυχαναλυτή», αυτό σημαίνει ότι εργάζεται μέσα στο σύγχρονο σώμα της θεωρίας και της πρακτικής που έχει αναπτυχθεί από το πρωτότυπο έργο του Φρόιντ.
Ας δούμε τώρα την πρακτική. Για λόγους επιχειρηματολογίας, ας υποθέσουμε ότι ο ψυχοδυναμικός θεραπευτής μας είναι Φροϊδικός. Αν και υπάρχουν πολλά κοινά στοιχεία, θα βρούμε μερικές πραγματικά υπαρκτές διαφορές μεταξύ ψυχοδυναμικής και ψυχαναλυτικής θεραπείας. Η πιο βασική είναι η διάρκεια και το βάθος της εκπαίδευσης και οι επιπλέον δεξιότητες που αποκτώνται ακολουθώντας μια βαθύτερη και μεγαλύτερη χρονικά εκπαίδευση καθώς και η ένταση του έργου που αναλαμβάνεται μόλις ολοκληρωθεί η εκπαίδευση. Η πιστοποίηση κάποιου ως ψυχαναλυτή στο Ηνωμένο Βασίλειο συνεπάγεται προσωπική ψυχανάλυση με έναν εκπαιδευτή-αναλυτή 5 φορές την εβδομάδα, ενώ οι λίγοι άνθρωποι που θα ακολουθήσουν την εκπαίδευση αυτή θα είναι σε ψυχανάλυση το λιγότερο 7 ή 8 χρόνια. Θα βλέπουν τους πελάτες τους για ψυχανάλυση 5 φορές την εβδομάδα. Η εκπαίδευση του ψυχαναλυτικού ψυχοθεραπευτή είναι ελαφρώς λιγότερο εντατική -ο εκπαιδευόμενος βρίσκεται σε ανάλυση με έναν ψυχαναλυτή μεταξύ τριών έως πέντε συνεδριών την εβδομάδα και βλέπει τους πελάτες του γενικά 3 έως 4 φορές την εβδομάδα. Αντίθετα, οι περισσότερες ψυχοδυναμικές εκπαιδεύσεις απαιτούν από τους εκπαιδευόμενους να κάνουν θεραπεία μία φορά την εβδομάδα με έναν ψυχαναλυτικό θεραπευτή και γενικά να βλέπουν τους πελάτες μία φορά την εβδομάδα. Τόσο η εκπαίδευση όσο και η θεραπεία τείνουν να είναι πολύ μικρότερες σε διάρκεια.
Αυτή η ένταση της εκπαίδευσης όντως κάνει τη διαφορά όσον αφορά το βάθος της κατανόησης που έχουν οι επαγγελματίες για τη δική τους ψυχολογία, εκείνη του πελάτη τους και των ασυνείδητων διεργασιών. Αυτό με τη σειρά του επηρεάζει το βάθος στο οποίο μπορούν να λειτουργήσουν. Επηρεάζει, επίσης, με ποιον θα εργαστούν -οι ψυχαναλυτικοί επαγγελματίες τείνουν να βλέπουν άτομα με βαθύτερες δυσκολίες που χρειάζονται τις δεξιότητες κάποιου που θα μπορεί να περιέξει τα πολύ έντονα επίπεδα διαταραχής, μερικές φορές για πολλά χρόνια.
Τούτου λεχθέντος, υπάρχουν πολλά που ενώνουν τους ψυχοδυναμικούς και τους ψυχαναλυτικούς θεραπευτές. Ο γενικός τρόπος συνεργασίας με τον πελάτη μοιάζει πολύ, συμπεριλαμβανομένης της τήρησης ενός προβλέψιμου και σταθερού περιβάλλοντος στο οποίο λαμβάνει χώρα η θεραπεία, της αυστηρής τήρησης των ορίων όπως η χρονική διάρκεια της συνεδρίας, της “αποστασιοποίησης” με τη μορφή της μη επιβάρυνσης του πελάτη με πληροφορίες για τον εαυτό του ή τη ζωή του, της προσοχής στον εσωτερικό κόσμο του πελάτη και της προσπάθειας να βοηθήσουμε τον πελάτη να κατανοήσει τα πράγματα μέσω συνδέσεων ή ερμηνειών. Επίσης, της βοήθειας που παρέχουμε στον πελάτη ώστε να συνειδητοποιήσει τον αντίκτυπο των ασυνείδητων διεργασιών στη συμπεριφορά, τα συναισθήματα και τις σκέψεις του και τέλος, της θεώρησης της θεραπευτικής σχέσης ως κεντρική ιδέα για τη θεραπευτική αλλαγή. Ουσιαστικά, όταν πρόκειται για συνεδρίες που λαμβάνουν χώρα μια φορά την εβδομάδα με πελάτες που δεν είναι πολύ διαταραγμένοι, το πιο σημαντικό ζήτημα είναι πόσο ποιοτική είναι η θεραπευτική σχέση και όχι εάν ένας θεραπευτής ακολουθεί την ψυχοδυναμική ή την ψυχαναλυτική προσέγγιση.

P.B.: Αντλώντας από την εμπειρία σας, θα θέλατε να δώσετε κάποια συμβουλή στους νέους ψυχοθεραπευτές / επαγγελματίες ψυχικής υγείας;
S.H.: Η πρώτη μου συμβουλή θα ήταν να αποκομίσουν όσο το δυνατόν περισσότερα από τη δική τους ψυχοθεραπεία. Αυτό περιλαμβάνει το να κάνουν θεραπεία όσο πιο συχνά (και σε βάθος χρόνου) αντέχουν οικονομικά. Περιλαμβάνει, επίσης, το να είναι ανοιχτοί και ειλικρινείς με τους θεραπευτές τους και τον εαυτό τους όσο περισσότερο γίνεται, και να είναι έτοιμοι να αναλάβουν το ρίσκο. Μην πηγαίνετε στη θεραπεία μόνο και μόνο για να μάθετε πώς να το κάνετε! Η δεύτερη συμβουλή μου θα ήταν να φροντίζουν επαρκώς την ψυχική και συναισθηματική τους υγεία. Συχνά, πρέπει να δώσουμε προτεραιότητα στους πελάτες μας, αλλά πολύ συχνά οι θεραπευτές θυσιάζουν τις δικές τους (μερικές φορές καταπιεστικές) ανάγκες στην υπηρεσία της φροντίδας των άλλων -εις βάρος όλων των ενδιαφερομένων, συμπεριλαμβανομένων των πελατών.

P.B.: Ποιο πιστεύετε πως είναι το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό του αποτελεσματικού ψυχοθεραπευτή;
S.H.: Η ικανότητα να κινείται μεταξύ της θέσης του να βλέπει τα πράγματα μέσα από τα μάτια των πελατών (ενσυναισθητική ταύτιση) και της θέσης του να τα βλέπει από έξω (μια πιο αντικειμενική θέση), λαμβάνοντας υπόψη και τις δύο θέσεις.

P.B.: Πώς πιστεύετε ότι μπορεί η ψυχοθεραπεία να αντιμετωπίσει τις κοινωνικές κρίσεις;
S.H.: Θα προσεγγίσω αυτό το ερώτημα περισσότερο από μια κοινωνική παρά προσωπική προοπτική. Δυστυχώς, στο Ηνωμένο Βασίλειο οι ψυχοθεραπευτές τείνουν να μένουν στα συμβουλευτικά τους δωμάτια. Κατά συνέπεια, οι επαγγελματίες με ψυχοθεραπευτικό υπόβαθρο δεν εκπροσωπούνται επαρκώς ώστε να μπορέσουν να επηρεάσουν την ανάπτυξη και την πορεία των κοινωνικών κρίσεων (π.χ. αν και υπάρχουν συμπεριφοριστικοί ψυχολόγοι που συμβουλεύουν την κυβέρνηση κατά τη διάρκεια της κρίσης του COVID, δεν έχω δει ποτέ ψυχοθεραπευτές ή ψυχαναλυτές να εμπλέκονται επίσημα στην αντιμετώπιση της πανδημίας). Όπου έχουν εμπλακεί -για παράδειγμα ο John Alderdice στην ειρηνευτική διαδικασία της Βόρειας Ιρλανδίας- έχουν συμβάλει τα μέγιστα. Αν οι ψυχοθεραπευτές είχαν θέση επιρροής, πιστεύω ότι η συμβολή μας θα αφορούσε στην προώθηση της σκέψης και του αναστοχασμού προτού βιαστούμε να δράσουμε, μια βιασύνη που χαρακτηρίζει τις αποκρίσεις στο αυξημένο άγχος. Επίσης, στο να διασφαλίσουμε ότι οι δυναμικές και ασυνείδητες επιρροές λαμβάνονται υπόψη κατά την ανάπτυξη και την επικοινωνία της πολιτικής.

P.B.: Μεταξύ συγγραφής και ψυχοθεραπείας, τι προτιμάτε;
S.H.: Μου είναι αδύνατο να απαντήσω γιατί κάθε εγχείρημα φέρει τις δικές του απολαύσεις, προκλήσεις και δυσκολίες. Δεν μπορώ να έχω την ίδια αίσθηση συνδεσιμότητας με τη συγγραφή που έχω με τον πελάτη, αλλά ταυτόχρονα μου αρέσει η τέχνη της γραφής και η ικανοποίηση που μου δίνει η σκέψη. Βρίσκομαι τώρα στη διαδικασία συνταξιοδότησης και η φύση του ψυχοθεραπευτικού έργου που αναλαμβάνω έχει αλλάξει. Είμαι στη διαδικασία αποχαιρετισμού των πελατών μου, ωστόσο, ξέρω ότι μπορώ και θα συνεχίσω να γράφω.

P.B.: Ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
S.H.: Προς το παρόν, συνεισφέρω σε ένα βιβλίο ψυχοθεραπείας που γράφει μία συνάδελφος. Μακροπρόθεσμα, σκοπεύω να συνεχίσω να γράφω, αν και δεν έχω αποφασίσει τι θα γράψω. Με ελκύει η μυθοπλασία -έπρεπε να σταματήσω την προσπάθειά μου προς αυτό το εγχείρημα όσο εργαζόμουν γιατί με απορροφούσε πλήρως η διαδικασία της δημιουργίας ιστοριών και το να επικεντρωθώ σε οτιδήποτε άλλο ήταν σχεδόν αδύνατο!

P.B.: Σας ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο που αφιερώσατε. Σας ευχόμαστε μια δημιουργική νέα χρονιά.
S.H.: Σας ευχαριστώ κι εγώ με τη σειρά μου. Απόλαυσα πραγματικά τη συνέντευξη αυτή. Καλή χρονιά σε όλους.


Μπορείτε να βρείτε το βιβλίο της Susan Howard εδώ.

Συνέντευξη με την Εύη Τσάνα για το βιβλίο της “Πράξη Πρώτη: Συγκατοίκησης” »